-
1 ὥρα
ὥρα or [full] ὤρα (B), only in [dialect] Ion. form [full] ὥρη, or [full] ὤρη, some part of a sacrificial victim,Aλάψεται γλῶσσαν, ὀσφῦν δασέαν, ὤρην SIG1037.2
(Milet., iv/iii B.C.); τοὺς Ἴωνας λέγειν φασὶ τὴν κωλῆν ὥρην καὶ ὡραίαν Sch.HQ Od.12.89: but distd. fr. κωλῆ, λάψεται.. κωλῆν ἀντὶ τῆς ὤρης SIGl.c.5; cf. ἄωρος(B). (Perh. cogn. with Lat. sūra.)------------------------------------ὥρα (C), [dialect] Ion. [full] ὥρη, ἡ: [dialect] Ep. gen. pl. ὡράων, [dialect] Ion. ὡρέων: loc. pl. ὥρασι, q. v.A any period, fixed by natural laws and revolutions, whether of the year, month, or day (the sense 'day' is implied in the compd. ἑπτάωρος, q. v.),νυκτός τε ὥραν καὶ μηνὸς καὶ ἐνιαυτοῦ X.Mem. 4.7.4
, cf. E.Alc. 449(lyr.), Pl.R. 527d;τοῦ γνώμονος ἡ σκιὰ ἐπιοῦσα ἐπὶ τὰς γραμμὰς σημαίνει τὰς ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ καὶ τῆς ἡμέρας IG12(8).240
([place name] Samothrace): but specially,I in Hom., part of the year, season; mostly in pl., the seasons, , 19.152;ἀλλ' ὅτε δὴ μῆνές τε καὶ ἡμέραι ἐξετελεῦντο, ἂψ περιτελλομένου ἔτεος, καὶ ἐπήλυθον ὧραι 11.295
, 14.294;ἀλλ' ὅτε δή ῥ' ἐνιαυτὸς ἔην, περὶ δ' ἔτραπον ὧραι 10.469
, cf. Hes. Th. 58;Διὸς ὧραι Od.24.344
, cf. Pi.O.4.2; , cf. 1.32;δυώδεκα μέρεα δασαμένους τῶν ὡρέων ἐς [τὸν ἐνιαυτόν] Id.2.4
; οὐ μεταλλάσσουσι αἱ ὧραι ib.77;περιτελλομέναις ὥραις S.OT 156
(lyr.); πάσαις ὥραις at all seasons, Id.Fr.592.6 (lyr.), Ar.Av. 696 (anap.);ὧραι ἐτῶν καὶ ἐνιαυτῶν Pl.Lg. 906c
, cf. Smp. 188a, etc.;τῆς.. ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ ταύτης οὔσης, ἐν ᾗ ἀσθενοῦσιν ἄνθρωποι μάλιστα Th.7.47
; χαλεπὴ ὥ. a bad season, Pl.Prt. 344d;ἀ δ' ὤρα χαλέπα Alc.39
; ἡ ὥ. αὕτη this season, X.Cyn.7.1, cf. 5.6; κατὰ τὰς ὥρας according to the seasons, Arist.GA 786a31;οἱ περὶ τὴν ὥραν χρόνοι Id.Pol. 1335a37
.—Hom. and Hes. distinguish three seasons, and express each by the sg. ὥρη, with a word added to specify each:a spring,ἔαρος.. ὥρη Il.6.148
;ὥρη εἰαρινή 2.471
, 16.643, Od.18.367, etc.; so in Trag. and [dialect] Att., ἦρος ὥρα or ὧραι, Ar.Nu. 1008 (anap.), E.Cyc. 508 (lyr.); ; (lyr.); v. infr. 2.c winter,χείματος ὥρη Hes.Op. 450
;ὥρῃ χειμερίῃ Od.5.485
, Hes.Op. 494; χειμῶνος ὥρᾳ in winter, And.1.137;χιονοβόλος Plu.2.182e
.—A. also names three seasons, Pr. 454sq.; an Egyptian division of the year, acc. to D.S.1.26.—A fourth first appears in Alcm.76, θέρος καὶ χεῖμα κὠπώραν τρίταν καὶ τέτρατον τὸ ϝῆρ; and in Hp.Vict.3.68,χειμών, ἦρ, θέρος, φθινόπωρον; ὥρας φαίνομεν ἡμεῖς ἦρος χειμῶνος ὀπώρας Ar.Av. 709
(anap.); τετράμορφοι ὧραι E(?).Fr. 943 (hex.): later, seven seasons are named,ἔαρ, θέρος, ὀπώρα, φθινόπωρον, σπορητός, χειμών, φυταλιά Gal.17(1).17
.2 esp. prime of the year, springtime,ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ Od.9.51
, cf. Il.2.468;παρὰ τὴν καθεστηκυῖαν ὥραν Th.4.6
.b in historians, the campaigning season,τὸν τῆς ὥρας εἰς τὸν περίπλουν χρόνον X.HG6.2.13
; esp. in the phrase ὥρα ἔτους, Th.2.52, 6.70, Pl.Phdr. 229a, Lg. 952e, D.50.23, Thphr.CP3.23.2; εἰς ἔτους ὥραν next season, Plu.Per.10.3 the year generally,τῆς ὥρης μέσον θέρος Hdt.8.12
; ἐν τῇ πέρυσιν ὥρᾳ last year, D.56.3; εἰς ὥρας next year, Philem.116, Pl.Ep. 346c, LXX Ge.18.10, AP11.17 (Nicarch.), cf. Plu.Ages.22; also hereafter,E.
IA 122 (lyr.);ἐς τὰς ὥρας τὰς ἑτέρας Ar.Nu. 562
(lyr.);ἐκ τῶν ὡρῶν εἰς τὰς ὥρας Id.Th. 950
(anap.); κἠς ὥρας κἤπειτα next year and for ever, Theoc.15.74; alsoὥραις ἐξ ὡρᾶν Isyll.25
; cf. ὥρασιν.4 in pl., of the climate of a country, as determined by its seasons, Hdt.1.142, cf. 149, 4.199 (here perh. three harvest seasons);τὰς ὥ. κάλλιστα κεκρημένας Id.3.106
; cf. Pl.Criti. 111e, Phd. 111b; climatic conditions, Hdt.2.26.II time of day,νυκτὸς ἐν ὥρῃ h.Merc.67
, 155, 400; αἱ ὧ. τῆς ἡμέρας the times of day, i.e. morning, noon, evening, and night, X.Mem.4.3.4; δι' ὥραν ἡμέρας by the time of day (fixed for meetings), D.Prooem.49, etc.;πᾶσαν ὥ. τῆς ἡμέρας Arist.Mete. 371b31
;μεσονυκτίοις ποθ' ὥραις Anacreont.31.1
: without ἡμέρας orνυκτός, ἑκάστης ἡμέρας μέχρι τρίτου μέρους ὥρας Pl. Lg. 784a
;τῆς ὥρας μικρὸν πρὸ δύντος ἡλίου X.HG7.2.22
; ψευσθεὶς τῆς ὥ. having mistaken the hour, And.1.38; ἐποίησαν ἔξω μέσων νυκτῶν τὴν ὥραν, i.e. they prolonged the day beyond midnight, D.54.26;τῆς ὥρας ἐγίγνετ' ὀψέ Id.21.84
;ὀψίτερον τῆς ὥ. PTeb. 793 xi 12
(ii B. C.); it being late,Plb.
5.8.3;ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35
; ἄχρι πολλῆς ὥρας till late in the day, D.H.2.54.b duration, interval or lapse of time,μετὰ ἱκανὴν ὥραν τοῦ κατενεχθῆναι τὸν πέλεκυν ἐξακούεται ἡ τῆς πληγῆς φωνή S.E.M.5.69
; length of time, term, Ἄρτεμις ἐννέ' ἐτῶν δεκάδας βίον Ἀρτεμιδώρῳ ἔκχρησεν, τρεῖς δ' ὥραι(date.)ἔτι προσέθηκε Προνοίη IG12(3).1350.3
(Thera, ii B. C.); ἐπὶ πολλὴν ὥ. for a long time, J.AJ8.4.4.2 the νυχθήμερον was prob. first divided into twenty-four hours by Hipparch., ἐν πόσαις ὥραις ἰσημεριναῖς (equinoctial hours) , cf. Ptol.Alm.3.9, 4.9, al.b in ordinary life the day from sunrise to sunset was divided into twelve equal parts called ὧραι ( ὧραι καιρικαί when it was necessary to distinguish them from the ὧραι ἰσημεριναί, v. καιρικός 2 c),ἡμέρα ἡ.. δωδεκάωρος, τουτέστιν ἡ ἀπὸ ἀνατολῆς μέχρι δύσεως S.E.M.10.182
;οὐχὶ δώδεκά εἰσιν ὧραι τῆς ἡμέρας; Ev.Jo.11.9
;ὡράων ἀμφὶ δυωδεκάδι AP9.782
(Paul.Sil.); the time of day was commonly given without the Art.,ὥρᾳ ᾱ PHamb.1.96.3
(ii A. D.),τρίτης ὥρας Plu.Rom.12
; ὀγδόης, ἐνάτης, δεκάτης ὥ., Id.Alex.60, Aem.22, Ant.68, etc.; but we have περὶ τὴν τρίτην ὥραν, περὶ τὴν ἑνδεκάτην, Ev.Matt.20.3,6, beside περὶ ἕκτην καὶ ἐννάτην ὥ. ib.5;χθὲς ὥραν ἑβδόμην Ev.Jo.4.52
, cf. IG5(1).1390.109 (Andania, i B. C.), etc.; ἐρωτᾷ σε Χαιρήμων δειπνῆσαι.. αὔριον, ἥτις ἐστὶν ιε, ἀπὸ ὥρας θ ¯ - to-morrow the 15th at 9 o'clock, POxy.110 (ii A. D.): prov., δωδεκάτης ὥ., as we say 'at the eleventh hour', Plu.Crass.17.cτὰ δυώδεκα μέρεα τῆς ἡμέρης παρὰ Βαβυλωνίων ἔμαθον οἱ Ἕλληνες Hdt. 2.109
; here ἡμέρη means the νυχθήμερον, and the μέρεα were each = 2 ὧραι ἰσημεριναί; these double hours (Assyr. kaš-bu) are called ὧραι by Eudox.,ἥμισυ ζῳδίου.., ὅ ἐστιν ὥρας ἥμισυ Ars14.11
, cf. 16.2; cf.δωδεκάωρος 11
.III Astrol., degree of the zodiac rising at the nativity (cf.ὡρονόμος 11
,ὡροσκόπος 11
), ὥ. μεροποσπόρος, τεκνοσπόρος, Man.4.577, 597; ἐξ ὥρης ἐσορῶν Ζεὺς Ἑρμείην Jupiter in the ascendant in aspect with Mercury, Id.3.186, cf. 32, al.B the fitting time or season for a thing (mostly without Art., even in [dialect] Att.), freq. in Hom. (v. infr.);ὥρα συνάπτει Pi.P.4.247
;ὧραι ἐπειγόμεναι Id.N.4.34
;ὅταν ὥ. ἥκῃ X.Mem.2.1.2
; but with Art.,τῆς ὥ. ἐνθυμεῖσθαι Id.Cyn.8.6
: freq. in later writers,τῆς ὥρας ἐπιγενομένης Plb.2.34.3
, etc.2 c. gen. rei, ὥρη κοίτοιο, μύθων, ὕπνου, the time for bed, tale-telling, or sleep, Od.3.334, 11.379, cf. Hdt.1.10;ὥρη δόρποιο Od.14.407
;περὶ ἀρίστου ὥραν Th.7.81
, X.HG1.1.13;πολυηράτου ἐς γάμου ὥρην Od.15.126
;ἐς γάμου ὥρην ἀπικέσθαι Hdt. 6.61
;γάμων ἔχειν ὥραν D.H.5.32
; so εἰς ἀνδρὸς ὥραν ἥκουσα time for a husband, Pl.Criti. 113d; ὥρη ἀρότου, ἀμήτου, Hes.Op. 460, 575;μέχρι ἀρότου ὥρης IG7.235.3
(Oropus, iv B. C.);καρπῶν ὧραι Ar.Ra. 1034
(anap.);ἡ ὥρα τῆς ὀχείας Arist.HA 509b20
; τοῦ φωλεύειν ib. 579a26, etc.; also ὥραν εἶχον παιδεύεσθαι I was of age to.. Is.9.28.3 ὥρα [ἐστίν] c. inf., it is time to do a thing,ἀλλὰ καὶ ὥρη εὕδειν Od.11.330
, cf. 373; so also in Trag. and [dialect] Att., E.Ph. 1584, Heracl. 288 (anap.), Ar.Ec.30, Pl.Prt. 361e, 362a; soδοκεῖ οὐχ ὥρα εἶναι καθεύδειν X.An.1.3.11
, cf. HG7.2.13 (dub. l.): c. acc. et inf., , cf. S.OT 466 (lyr.): c. dat. et inf., X.Cyr.4.5.1, Pl.Tht. 145b: in these phrases the inf. [tense] pres. is almost universal; the [tense] aor., however, occurs in Od.21.428, S.Aj. 245 (lyr.), Ar.Ach. 393 (where also ἐστί is added to ὥρα, as in Philyll.3, ἀφαιρεῖν ὥρα 'στὶν ἤδη τὰς τραπέζας); and the [tense] pf. inὥρα πεπαῦσθαι Plu.2.728d
: sts. the inf. must be supplied,οὐδέ τί σε χρή, πρὶν ὥρη, καταλέχθαι Od.15.394
, cf. E.El. 112 (lyr.), Ar.Ec. 877; ὥρα κἠς οἶκον (i. e. ἰέναι εἰς οἶκον) Theoc.15.147.4 in various adverb. usages, at the right time,Hdt.
2.2, 8.19, X.Oec.20.16: but τὴν ὥ. at that hour, Hes.Sc. 401; ταύτην τὴν ὥραν at this season, X.Cyn.9.1;[ἡ ἶρις] πᾶσαν ὥραν γίγνεται τῆς ἡμέρας Arist.Mete. 371b31
;δείελον ὥρην παύομαι ἀμήτοιο A.R. 3.417
; ὥραν οὐδενὸς κοινὴν θεῶν at an hour.., A.Eu. 109, cf. E.Ba. 724, Aeschin.1.9; αὐτῆς ὥρας immediately, PMich. in Class.Phil.22.255(iii A. D.); ἐν ὥρῃ in due season, in good time, Od.17.176, Hdt. 1.31, cf. Pi.O.6.28, Ar.V. 242, etc.; also αἰεὶ εἰς ὥρας in successive seasons, Od.9.135; ἐς τὰς ὥρας for all time, Ar.Ra. 382 (lyr. cf. supr. A. 1.3) (hence in an acclamation [ε] ἰς ὥρας πᾶσι τοῖς τὴν πόλιν φιλοῦσιν hurrah for.., POxy.41.29 (iii/iv A. D.));οἱ ὧδε χέζοντες εἰς ὥ. μὴ ἔλθοιεν Milet.2(3)
No.406, cf.ὥρασι; καθ' ὥραν Theoc.18.12
, Plb.1.45.4, cf. 3.93.6, etc.; opp.παρ' ὥρην AP7.534
(Alex.Aet. or Autom.), cf. Plu.2.784b, etc.:—πρὸ τῆς ὥρας X.Oec.20.16
;πρὸ ὥρας Luc.Luct.13
;πρὸ ὥρας τελευτῆσαι IG42(1).84.26
(Epid., i A. D.);πρὶν ὥρας Pi.P.4.43
(cf.πρίν A. 11.4
).II metaph., the spring-time of life, the bloom of youth, Mimn.3.1;ὥραν ἐχούσας A.Supp. 997
, cf. Th.13, 535;παῖδας πρὸς τέρμασιν ὥρας Ar.Av. 705
(anap.);πάντες οἱ ἐν ὥρᾳ Pl.R. 474d
; οὐκ ἐνὥ., = πρεσβύτερος, Id.Phdr. 240d;ἐὰν ἐπὶ ὥρᾳ ᾖ Id.R. 474e
;ἕως ἂν ἐν ὥρᾳ ὦσι Id.Men. 76b
; παυσαμένου τῆς ὥ. prob. in Id.Phdr. 234a;ἀνθεῖν ἐν ὥ. Id.R. 475a
;τὴν ὥ. διαφυλάξαι ἄβατον τοῖς πονηροῖς Isoc.10.58
; λήγειν ὥρας, opp. ἀνθεῖν, Pl.Alc.1.131e;ἑς ἐπιγινόμενόν τι τέλος, οἷον τοῖς ἀκμαίοις ἡ ὥρα Arist.EN 1174b33
, cf. 1157a8.2 freq. involving an idea of beauty,φεῦ φεῦ τῆς ὥρας τοῦ κάλλους Ar.Av. 1724
(lyr.);ὥρᾳ.. ἡλικίας λαμπρός Th.6.54
;κάλλει καὶ ὥρᾳ διενεγκόντες Aeschin.1.134
, cf. ib.158;καλὸς ὥρᾳ τε κεκραμένος Pi.O.10(11).104
, cf. X.Mem. 2.1.22, Pl.Lg. 837b; quaestum corpore facere,Plu.
Tim..14, cf. X.Mem..1.6.13, Smp.8.21;τὴν ὥ. πεπωληκότες Phld.Rh.1.344
S.:—then,b generally, beauty, grace, elegance of style, D.H.Pomp.2, Plu.2.874b, etc.;γλυκύτης καὶ ὥ. Hermog.Id.2.3
, cf. Men.Rh.p.335 S., Him.Or.1.2; of beauty in general,χάρις καὶ ὥρα Plu.2.128d
.III = τὰ ὡραῖα, the produce of the season, fruits of the year,ἀπὸ τῆς ὥρας ἐτρέφοντο X.HG2.1.1
.C personified, αἱὯραι, the Hours, keepers of heaven's cloudgate, Il.5.749, 8.393; and ministers of the gods, ib. 433;Ζεῦ, τεαὶ.. Ὧραι Pi.O.4.2
; esp. of Aphrodite, h.Hom.6.5,12; also Ὧ. Διονυσιάδες, Καρνειάδες, Simon.148, Call.Ap.87; three in number, Eunomia, Dike, Eirene, daughters of Zeus and Themis, Hes.Th. 901;Ωραι πολυάνθεμοι Pi.O.13.17
, cf. Alex.261.6, Theoc.1.150, etc.: freq. joined with the Χάριτες, h.Ap. 194, Hes.Op.75; worshipped at Athens, Paus.9.35.1; at Argos, Id.2.20.5; at Attaleia, BMus.Inscr. 1044 (i B. C.). -
2 ὥρα
ὥρα, ας, ἡ (Hom. [ὥρη]+; ins, pap, LXX; PsSol 18:10; TestSol, TestAbr, TestJob, Test12Patr, JosAs, ParJer, GrBar; ApcEsdr 3:4 p. 27, 9 Tdf.; ApcSed, ApcMos, EpArist, Philo, Joseph.; Ar. 15:10; Just.; Tat. 20, 2).① an undefined period of time in a day, time of day ὀψὲ ἤδη οὔσης τῆς ὥρας since it was already late in the day or since the hour was (already) late Mk 11:11 v.l.; cp. MPol 7:1b (s. ὀψέ 1 and 2; Demosth. 21, 84; Polyb. 3, 83, 7 ὀψὲ τῆς ὥρας). ὀψίας οὔσης τῆς ὥρας Mk 11:11 (ὄψιος 1). ὥρα πολλή late hour (Polyb. 5, 8, 3; Dionys. Hal. 2, 54; TestAbr A 14 p. 94, 24 [Stone p. 36]; Jos., Ant. 8, 118) 6:35ab. ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν Mt 14:15 (παρέρχομαι 2).—Mt 24:42 v.l., 44; Lk 12:39, 40; Rv 3:3; D 16:1. W. ἡμέρα day and time of day, hour (ApcEsdr 3:4 p. 27, 9 Tdf.) Mt 24:36, 50; 25:13; Mk 13:32; Lk 12:46.② a period of time as division of a day, hourⓐ beside year, month, and day Rv 9:15; the twelfth part of a day (=period of daylight) οὐχὶ δώδεκα ὧραί εἰσιν τῆς ἡμέρας; J 11:9 (TestAbr B 7 p. 111, 24 [Stone p. 70]). μίαν ὥραν ἐποίησαν Mt 20:12 (s. ποιέω 6); cp. Lk 22:59; Ac 5:7; 19:34 (ἐπὶ ὥρας δύο CBurchard, ZNW 61, ’70, 167f; TestBenj 3:7, Judah 3, 4); MPol 7:3. συνεψήφισα τὰς ὥρας I counted the hours Hv 3, 1, 4. One ὥρα in this world corresponds to a ὥρα thirty days in length in the place of punishment Hs 6, 4, 4. μίαν ὥραν (not even) one hour Mt 26:40; Mk 14:37. Such passages help us to understand how ὥρα can acquire the senseⓑ a short period of time μιᾷ ὥρᾳ (cp. TestJob 7:12; ApcMos 25 [both ἐν]) in a single hour=in an extraordinarily short time Rv 18:10, 17, 19. μίαν ὥραν for a very short time 17:12. Likew. πρὸς ὥραν for a while, for a moment J 5:35; 2 Cor 7:8; Gal 2:5 (s. on this pass. KLake, Gal 2:3–5: Exp. 7th ser., 1, 1906, 236–45; CWatkins, Der Kampf des Pls um Galatien 1913; BBacon, JBL 42, 1923, 69–80); Phlm 15; MPol 11:2. πρὸς καιρὸν ὥρας 1 Th 2:17.ⓒ as a temporal indicator, reckoned from the beginning of the day (6 hours or 6 A.M., our time) or the night (18 hours or 6 P.M.) (Plut. et al.; Appian, Mithrid. 19 §72 ἑβδόμης ὥρας=at the 7th hour or 1 P.M.; SIG 671A, 9 [162/160 B.C.] ὥρας δευτέρας; 736, 109 [92 B.C.] ἀπὸ τετάρτας ὥρας ἕως ἑβδόμας; Jos., Vi. 279 ἕκτη ὥ.; Mitt-Wilck. I/2, 1 II, 21 [246 B.C.] περὶ ὀγδόην ὥραν; PTebt 15, 2 [II B.C.]; Sb 5252, 20 [I A.D.] ἀφʼ ὥρας ὀγδόης; EpArist 303 μέχρι μὲν ὥρας ἐνάτης) ἕως ὥρας δευτέρας until the second hour (=8 A.M.) Hs 9, 11, 7. ὥρα τρίτη nine o’clock (A.M.) Mk 15:25 (Goodsp., Probs. 68f); Ac 2:15 (τῆς ἡμέρας); περὶ τρίτην ὥραν about nine o’clock (Appian, Bell. Civ. 2, 45 §182 περὶ τρίτην ὥραν ἡμέρας) Mt 20:3; ἀπὸ τρίτης ὥρας τῆς νύκτος by nine o’clock at night (= 21 hours, or simply tonight) Ac 23:23 (TestAbr A 5 p. 82, 11 [Stone p. 12] περὶ ὥραν τρίτην τῆς νυκτός; cp. ibid. B 6 p. 109, 27 [St. p. 66]; Jos., Bell. 6, 68; 79 ἀπὸ ἐνάτης ὥ. τῆς νυκτὸς εἰς ἑβδόμην τῆς ἡμέρας). ἀπὸ ὥρας ε´ (=πέμπτης) ἕως δεκάτης from eleven o’clock in the morning until four in the afternoon (= 16 hours) Ac 19:9 v.l. περὶ ὥραν πέμπτην (PTebt 15, 2 [114 B.C.]; POxy 1114, 24 περὶ ὥ. τρίτην) at eleven o’clock (A.M.) Hv 3, 1, 2. ὥρα ἕκτη twelve o’clock noon Mt 20:5; 27:45a; Mk 15:33a; Lk 23:44a; J 4:6 (ὥρα ὡς ἕκτη about noon; TestJos 8:1 ὥρα ὡσεὶ ἕκτη; ParJer 1:11 ἕκτην ὥραν τῆς νυκτός); 19:14 (ὥρα ὡς ἕκτη); Ac 10:9. ἐχθὲς ὥραν ἑβδόμην yesterday at one o’clock in the afternoon (= 13 hours) J 4:52b (on the use of the acc. to express a point of time s. Hdb. ad loc.; Soph., Lex. I 44; B-D-F §161, 3; Rob. 470). ὥρᾳ ὀγδόῃ at two o’clock in the afternoon (= 14 hours) MPol 21. ὥρα ἐνάτη three in the afternoon (= 15 hours) Mt 20:5; 27:45f; Mk 15:33b, 34; Lk 23:44b; Ac 3:1 (ἐπὶ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς τὴν ἐνάτην); 10:3 (ὡσεὶ περὶ ὥ. ἐνάτην τῆς ἡμέρας); ὥρας θ´ AcPl Ha 11, 3; περὶ ὥραν ἐνάτην GJs 2:4; GPt 6:22 (TestAbr B 12 p. 117, 2 [Stone p. 82] κατὰ τὴν ἐνάτην ὥραν). ὥρα ὡς δεκάτη about four in the afternoon (= 16 hours) J 1:39. ἑνδεκάτη ὥρα five o’clock in the afternoon (= 17 hours) Mt 20:(6, without ὥρα), 9. ἀπὸ τετάρτης ἡμέρας μέχρι ταύτης τῆς ὥρας ἤμην τὴν ἐνάτην προσευχόμενος four days ago, reckoned from (=at) this very hour, I was praying at three o’clock in the afternoon (= 15 hours) Ac 10:30 (echoing vs. 3, but inelegantly phrased; s. comm. on the textual problems). ἐπύθετο τὴν ὥραν ἐν ᾗ … he inquired at what time … J 4:52a; cp. vs. 53 (cp. Ael. Arist. 50, 56 K.=26 p. 519 D.: … τὴν ὥραν αἰσθάνομαι … ἐκείνην, ἐν ᾗ … ; 47, 56 K.=23 p. 459 D.: ἀφυπνιζόμην κ. εὗρον ἐκείνην τὴν ὥραν οὖσαν, ᾗπερ …). ᾗ ἡμέρᾳ καὶ ὥρᾳ ἐμαρτύρησεν ὁ Πολύκαρπος the very day and hour that … EpilMosq 4.—Less definite are the indications of time in such expressions as ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας up to the present moment 1 Cor 4:11. πᾶσαν ὥραν hour after hour, every hour, constantly (Ex 18:22; Lev 16:2; JosAs 15:7; Ar. [Milne 76, 34]; cp. TestJob 10:1 πάσας ὥρας) 15:30. Also καθʼ ὥραν (Strabo 15, 1, 55; Ps.-Clem., Hom. 3, 69) 2 Cl 12:1. αὐτῇ τῇ ὥρᾳ at that very time, at once, instantly (oft. pap, e.g. POxy 235, 7 [I A.D.]; Da 3:6, 15; TestAbr B 12 p. 116, 27 [Stone p. 80]; GrBar 14:1; 15:1; ApcMos 20) Lk 2:38; 24:33; Ac 16:18; 22:13.③ a point of time as an occasion for an event, time (BGU 1816, 12 [I B.C.] πρὸ ὥρας=before the right time) ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ Mt 8:13; 10:19; 18:1 (v.l. ἡμέρᾳ); 26:55; Mk 13:11; Lk 7:21; Ac 16:33; Rv 11:13; MPol 7:2a; GJs 20:2 (only pap). Likew. ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ Lk 10:21; 12:12; 13:31; 20:19 (on both expressions s. JJeremias, ZNW 42, ’49, 214–17). ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης from that time on, at once Mt 9:22; 15:28; 17:18; J 19:27. ὥρα ἐν ᾗ J 5:28. ὥρα ὅτε 4:21, 23; 5:25; 16:25 (cp. ApcMos 17 περὶ ὥραν ὅταν). ὥρα ἵνα 16:2, 32. W. gen. of thing, the time for which has come (Diod S 13, 94, 1; Ael. Aristid. 51, 1 K.=27 p. 534 D.; PGM 1, 221 ἀνάγκης; JosAs 3:3 μεσημβρίας … καὶ ἀρίστου; ApcMos 42 [of Eve’s request] ἐν τῇ ὥρᾳ τῆς τελευτῆς αὐτῆς; Jos., Ant. 7, 326 ὥ. ἀρίστου; SibOr 4, 56) ἡ ὥρα τοῦ θυμιάματος Lk 1:10; τοῦ δείπνου 14:17, cp. MPol 7:1a; τοῦ πειρασμοῦ Rv 3:10; τῆς κρίσεως 14:7; τῆς δοξολογίας αὐτοῦ GJs 13:1; τοῦ ἀσπασμοῦ 24:1; ἡ ὥρα αὐτῶν the time for them J 16:4; w. the gen. (of the Passover) to be supplied Lk 22:14. Also w. inf. (Hom. et al.; Lucian, Dial. Deor. 20, 1; Aelian, VH 1, 21) ἡ ὥρα θερίσαι the time to reap Rv 14:15 (cp. Theopomp. [IV B.C.]: 115 Fgm. 31 Jac. θερινὴ ὥ.; Paus. 2, 35, 4 ὥ. θέρους). Also acc. w. inf. (Gen 29:7) ὥρα (ἐστιν) ὑμᾶς ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι Ro 13:11.—W. gen. of pers. the time of or for someone to do or to suffer someth. (cp. Philo, Leg. ad Gai. 168 σὸς νῦν ὁ καιρός ἐστιν, ἐπέγειρε σαυτόν) of a woman who is to give birth (cp. GrBar 3:5 ἐν τῇ ὥρᾳ τοῦ τεκεῖν αὐτήν) ἡ ὥρα αὐτῆς J 16:21 (v.l. ἡμέρα, s. ἡμέρα 3, beg.).—Lk 22:53. Esp. of Jesus, of whose ὥρα J speaks, as the time of his death (Diod S 15, 87, 6: the dying Epaminondas says ὥρα ἐστὶ τελευτᾶν. Cp. MPol 8:1 τοῦ ἐξιέναι) and of the glorification which is inextricably bound up w. it ἡ ὥρα αὐτοῦ J 7:30; 8:20; 13:1 (foll. by ἵνα); cp. ἡ ὥρα μου 2:4 (s. Hdb. ad loc.). ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ 12:23. ἡ ὥρα αὕτη 12:27ab. Also abs. ἐλήλυθεν ἡ ὥρα 17:1 (AGeorge, ‘L’heure’ de J 17, RB 61, ’54, 392–97); cp. Mt 26:45; Mk 14:35, 41.—ἐσχάτη ὥρα the last hour in the present age of the world’s existence 1J 2:18ab.—CCowling, Mark’s Use of ὥρα, Australian Biblical Review 5, ’56, 153–60. EBickermann, Chronology of the Ancient World 2 ’80, 13–16.—B. 954 and esp. 1001. DELG. M-M. EDNT. TW. -
3 πολύς
πολύς, [dialect] Att. πολλή, πολύ; gen. πολλοῦ, ῆς, ou=; dat. πολλῷ, ῇ, ῷ; acc. πολύν, πολλήν, πολύ:—[dialect] Ion. [full] πολλός Anacr.43.3,Aπολλή, πολλόν Xenoph.9
, Democr.219, Hp.VM1, Herod.3.19; also in Trag., S.Ant.86, Tr. 1196; acc. πολλόν, πολλήν, πολλόν: Hdt. uses the [dialect] Ion. forms, but codd. haveπολύν 2.121
.δ, 3.57, v.l. in 6.125,πολύ 2.106
,3.38,6.72,7.46, 160 ( πολύ also in Heraclit.114, Democr. 244):—both sets of forms are found in [dialect] Ep., also gen. sg.πολέος Il.4.244
, etc.: nom. pl.πολέες 2.417
, al., once [var] contr.πολεῖς 11.708
; gen. πολέων (trisyll.) 5.691, (disyll.) 16.655; dat.πολέσι 10.262
,al.;πολέσσι 13.452
, al.;πολέεσσι 9.73
, Od.5.54, Hes.Op. 119, etc.; acc. πολέας (trisyll.) Il.3.126, etc., (disyll.) 1.559,2.4, Hes.Op. 580 (freq. with v.l. πολεῖς Il.15.66, etc.); in later [dialect] Ep. πολέες is used as fem., Call.Del.28, alsoπολέας Id.Dian.42
, A.R.3.21; neut.πολέα Q.S.1.74
(v. infr.):—[dialect] Ep. also have [full] πουλύς (once in Hes., Th. 190, also Thgn. 509, sts. fem. in Hom.,πουλὺν ἐφ' ὑγρήν Il.10.27
,ἠέρα πουλύν 5.776
), neut.πουλύ Od.19.387
; these forms are found in codd. of Hp. and Aret. (who uses πολύ, πουλύ and πολλόν in neut.), but not in Hdt.:— Lyr. and Trag. (lyr.) sts. use [dialect] Ep. forms, dat. sg. ; nom. pl.πολέες B.10.17
; neut. ; (fem., B.5.100); dat. pl. . [ῠalways.]I of Number, many, Il.2.417, etc.; ἐκ πολλῶν, opp. ἐξὀλίγων, Hes.Th. 447; τριηκόντων ἐτέων πόλλ' ἀπολείπων wanting many of thirty years, Id.Op. 696;παρῆσάν τινες, καὶ πολλοί γε Pl.Phd. 58d
;οὐ πολλοί τινες A.Pers. 510
: with Nouns of multitude,πουλὺς ὅμιλος Od.8.109
;πλῆθος πολλόν Hdt.1.141
;ἔθνος πολλόν Id.4.22
; later πουλὺ.. ἐπ' ἔτος many a year, AP6.235 (Thall.);π. ἦν ὁ καταπλέων Plb.15.26.10
; of anything often repeated,περὶ σέο λόγος ἀπῖκται π. Hdt.1.30
;πολλὸν ἦν τοῦτο τὸ ἔπος Id.2.2
, cf. 3.137, etc.;πολὺ.. τὸ σὸν ὄνομα διήκει πάντας S.OC 305
; often,D.
21.29; τοῦτο ἐπιεικῶς πολὺ νῦν ἐστι is fairly frequent, Luc.Hist.Conscr.15.2 of Size, Degree, Intensity, much, mighty, ὄμβρος, νιφετός, Il.10.6;π. ὕπνος Od.15.394
;πῦρ.. π. 10.359
; π. ὑμέναιος a loud song, Il.18.493; π. ὀρυμαγδός, ῥοῖζος, etc., 2.810, Od.9.315, etc.; π. ἀνάγκη strong necessity, E.Ph. 1674; π. γέλως, βοή, much or great, S.Aj. 303, 1149; μωρία ib. 745; ὄλβος, αἰδώς, A.Pers. 251, Ag. 948;ἀσφάλεια Th.2.11
; ἀλογία, εὐήθεια, Pl.Phd. 67e, Phdr. 275c, etc.b rarely of a single person, great, mighty,μέγας καὶ πολλὸς ἐγένεο Hdt.7.14
, cf. E.Hipp.1; ὁ π. σοφιστής, στρατηγός, Chor.p.23 B., Id.in Rev.Phil.1.68;ὁ πάντα π. Id.p.27
B.; ὁ πολύς alone, of Hippocrates, Gal.19.530; of Trajan, Lyd.Mag.2.28;ῥώμην σώματος πολύς D.H.2.42
.c joined with a Verb, Κύπρις γὰρ οὐ φορητός, ἢν πολλὴ ῥυῇ if she flow with full stream, metaph. from a river, E.Hipp. 443;θρασυνομένῳ καὶ πολλῷ ῥέοντι D. 18.136
; from the wind, ὡς π. ἔπνει καὶ λαμπρός was blowing strong and fresh, Id.25.57, cf. Ar.Eq. 760, AP11.49 (Even.): generally, with might or force,ὅταν ὁ θεὸς.. ἔλθῃ πολύς E.Ba. 300
;ἢν π. παρῇ Id.Or. 1200
;π. καὶ τολμηρὸς ἅνθρωπος D.40.53
: with part. and εἰμί, πολλὸς ἦν λισσόμενος was all entreaties, Hdt.9.91; ;Ἐτεοκλέης ἂν εἷς π... ὑμνοῖθ' A.Th.6
;π. ἐνέκειτο λέγων Hdt.7.158
;π. τοῖς συμβεβηκόσιν ἔγκειται D.18.199
; alsoπ. ἦν ἐν τοῖσι λόγοισι Hdt.8.59
;πρὸς ταῖς παρασκευαῖς Plb.5.49.7
;ἐπὶ τῇ τιμωρίᾳ D.S.14.107
: without a Prep.,π. ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής Aeschin.2.41
; π. μὲν γὰρ ὁ Φίλιππος ἔσται will be often mentioned, Id.1.166.3 of Value or Worth,πολέος δέ οἱ ἄξιος ἔσται Il.23.562
, cf. Od.8.405;πολλοῦ ἄξιος X.An.4.1.28
, etc.;πολλῶν ἄξιος Ar. Pax 918
; περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαί τι, Lat. magni facere, cf.περί A.
IV; ἐπὶ πολλῷ at a high price, D.8.53;ἐπὶ π. ἐρραθυμηκότες Id.1.15
; πολύ ἐστί τι it is worth much, of great conscquence, X.Oec.18.7.4 of Space, large, wide, π. χώρη, πεδίον, Il.23.520,4.244, etc.; πόντος, πέλαγος, Hes.Op. 635, S.Ph. 635;χῶρος πλατὺς καὶ π. Hdt.4.39
; λίμνη μεγάλη τε καὶ π. ib. 109;π. ἡ Σικελία Th. 7.13
;π. ἡ Ἑλλάς Pl.Phd. 78a
, etc.; πολλὸς ἔκειτο he lay outstretched wide, Il.7.156, cf. 11.307; π. κέλευθος a far way, A.Pers. 748 (troch.): withoutὁδός, πολλὴ μὲν εἰς Ἡράκλειαν.., πολλὴ δὲ εἰς Χρυσόπολιν.. X.An.6.3.16
: διὰ πολλοῦ, ἐκ πολλοῦ, v. infr. IV.5 of Time, long, (anap.), etc.;πολὺν χρόνον Il.2.343
, etc.;οὐ π. χρ. S.Ph. 348
, etc.; soπολλοῦ χρόνου Ar.Pl.98
;χρόνῳ πολλῷ S.Tr. 228
; διὰ πολλοῦ (sc. χρόνου) Luc.Nec.15;ἐκ πολλοῦ Th.1.58
, D. 21.41; πρὸ πολλοῦ long before, D.S.14.43;οὐ μετὰ πολύ Luc.Tox.54
; ἔτι πολλῆς νυκτός while still quite night, Th.8.101; πολλῆς ὥρας late in the day, Plb.5.8.3;ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35
;ἔτι ἔστιν ἡμέρα πολλή LXX Ge.29.7
.II Special usages:1 c. partit.gen., e.g. πολλοὶ Τρώων, for πολλοὶ Τρῶες, Il.18.271, etc.; neut., πολλὸν σαρκός, for πολλὴ σάρξ, Od.19.450: in Prose, the Adj. generally takes the gender of the gen.,τὸν πολλὸν τοῦ χρόνου Hdt.1.24
; τῆς γῆς οὐ πολλήν Th.6.7;τῆς ἀθάρης πολλήν Ar.Pl. 694
;πολλὴν τῆς χώρας X.Cyr. 3.2.2
;ὁ π. τοῦ λόγου D.44.6
; v. infr. 3.2 joined with another Adj.,πολλὰ δυστερπῆ κακά A.Ch. 277
, cf. 585 (lyr.), etc.: more freq. joined to another Adj. by καί, πολέες τε καὶ ἐσθλοί many men and good, Il.6.452, etc.;πολέες τε καὶ ἄλκιμοι 21.586
;πολλὰ καὶ ἐσθλά Od.2.312
; παλαιά τε πολλά τε ib. 188;ἄκοσμά τε π. τε Il.2.213
;πολλαί γε.. καὶ ἄλλαι Hes.Th. 363
;π. τε καὶ κακά Hdt.4.167
, etc.;π. κἀγαθά Ar.Th. 351
(butπ. ἀγαθά IG12.76.45
);π. καὶ ἀνόσια Pl.R. 416e
;π. καὶ μακάρια Id.Plt. 269d
;π. καὶ πονηρά X.Mem.2.9.6
;πολλά τε καὶ δεινά Id.An.5.5.8
;μεγάλα καὶ π. D.36.22
; π. καὶ καλοὺς (s.v.l.) κινδύνους, π. καὶ καλὰ παραδείγματα, Din.1.109.3 with the Art. (in Hom. without the Art., Il.2.483, 5.334, 22.28), of persons or things well known, Ἑλένα μία τὰς πολλάς, τὰς πάνυ π. ψυχὰς ὀλέσασ' those many lives, A.Ag. 1456 (lyr.), cf. S.OT 845, Th.3.87, Pl.Phd. 88a, Ti. 54a, Act.Ap.26.24: with abstract Nouns,τᾶς πολλᾶς ὑγιείας A. Ag. 1001
(lyr., dub.); numbers,Hdt.
1.136.b οἱ π. the many, i.e. the greater number,Ἀθηναῖοι.. ἀπῆλθον οἱ πολλοί Th. 1.126
, cf. 3.32, etc. (so in sg., ὁ πολλὸς λόγος the prevailing report, Hdt.1.75);τοῖς π. κριταῖς S.Aj. 1243
: with gen., τοῖς π. βροτῶν ib. 682;οἱ π. τῶν ἀνθρώπων X.Cyr.8.2.24
; far the most,Hp.
Aër.20 (v.l. μάλιστα for ἅπαντες); for τὰ πολλὰ πάντα, v. infr. 111.1a: hence οἱ πολλοί the people, the commonalty, opp. οἱ μείζω κεκτημένοι, Th.1.6; opp. οἱ κομψότεροι, Pl.R. 505b; οἱ π., = Lat. plebs, D.S.20.36; τῶν πολλῶν εἷς one of the multitude, D.21.96; alsoὁ π. λεώς Luc.JTr.53
, cf. Rh.Pr.17;ὁ π. ὅμιλος Id.Luct.2
. Hdn.1.1.1, etc.;ὁ π. δῆμος Luc.Apol.15
;ὁ π. ὄχλος Ph. 2.4
; ὁ π. alone, = vulgus, v.l. in D.S.2.29; the ordinary man, Epicur.Fr. 478, Phld.Rh.2.154S.;νίμμα ὁ π. λέγει, ἡμεῖς ἀπόνιπτρον λέγομεν Phryn.170
, cf.369; ὁ ἐμπαθὴς καὶ π. ἄνθρωπος 'l'homme moyen sensuel', Herm.in Phdr.p.146A.; ὁ π. ἄνθρωπος (with pl. Verb) the average man, opp. τὸ ἐξαίρετον, Eun.Hist.p.216 D.c τὸ πολύ, c. gen.,τῆς στρατιῆς τὸ πολλόν Hdt.8.100
;τὸ π. τοῦ χρόνου Hp.
Aër. 20;τῶν λογάδων τὸ π. Th.5.73
;τῶν ὅπλων τὸ π. Pl.Plt. 288b
; alsoὁ στρατὸς ὁ πολλός Hdt.1.102
;ἡ δύναμις ἡ π. Th.1.24
; ὁ π. βίοτος the best part of life, S.El. 185 (lyr.).d the most,Od.
22.273, and perh. 2.58, 17.537 (elsewh. in Hom. πολλά, as Subst., means much riches, great possessions, Il.11.684, Od.19.195);τὰ π. τοῦ πολέμου Th.2.13
; πρὸς τὸ τῶν π. μέγεθος in regard to the size of the average, Arist.Rh. 1363b11.4 pl. πολλά very much, too much, πολλὰ πράσσειν, = πολυπραγμονεῖν, E.Supp. 576, Ar.Ra. 228;π. ἔπαθεν Pi.O.13.63
, etc.; π. ἔρξαι τινά to do one much harm, A. Th. 923 (lyr.).5 πολλάς with Verbs of beating ( πληγάς being omitted), v. πληγή 1.6 πολύς repeated, , cf. A.Supp. 451; , etc.; πολλοῦ πολύς, v. infr. 111.1b: with Advbs. πολλάκις, πολλαχῇ, etc. (qq. v., cf. 111.1 e).III Adverbial usages:a neut. πολύ ([dialect] Ion. πολλόν) , πολλά, much,πόλλ' ἀεκαζομένη Il.6.458
, etc.; strengthd.,μάλα πολλά 8.22
, al.;πάνυ πολύ Pl.Alc.1.119c
; ; esp. of repetition, often, Il.2.798, Od.13.29, Hes.Op. 322; so of earnest commands and entreaties, πολλὰ κελεύων, πόλλ' ἐπέτελλον, πολλὰ λισσομένη, πολλὰ μάλ' εὐχομένω, Il.5.528, 11.782, 5.358, 9.183: with the Art., for the most part,Pl.
Prt. 315a, etc. (but with numerals, at most, Vett. Val.9.5);ὡς τὸ π. X.Mem.1.1.10
, etc.;τὰ πολλά Th.1.13
, 2.11,87, etc.;ὡς τὰ π. Id.5.65
, etc.;τὰ π. πάντα Hdt.1.203
, 2.35, 5.67.b of Degree, far, very much,ἀπέφυγε πολλὸν τοὺς διώκοντας Id.6.82
: also abs. gen. πολλοῦ very,θρασὺς εἶ πολλοῦ Ar.Nu. 915
, cf. Eup.74;πολλοῦ δύνασθαι Alciphr.1.9
(s.v.l.); πολλοῦ πολύς, πολλὴ πολλοῦ, much too much, Ar.Eq. 822,Ra. 1046.c of Space, a great way, far,οὐ πολλόν Hdt.1.104
;πολὺ οὐκ ἐξῄεσαν Th.1.15
, etc.d of Time, long,ὡς πολλὸν τοῦτο ἐγίνετο Hdt.4.126
, cf. 6.129.e of Probability, ἐὰν πολλὰ πολλῶν τέκῃς, perh. = ἐὰν πολλάκις τέκῃς,POxy. 744.9 (i B.C./i A.D.);ἐάν τι πολλὰ πολλάκις πάθω Ar.Ec. 1105
.2 πολύ is freq. joined with Adjs. and Advbs.,a with a [comp] Comp. to increase its comp. force, πολὺ μεῖζον, πολλὸν παυρότεροι, Il.1.167, Od.14.17; πολὺ μᾶλλον much more, Il.9.700; πολύ τι μᾶλλον f.l. in D.H. Comp.4 (p.22 U.-R.): with words, esp. Preps., between πολύ and its Adj., π. ἐν πλέονι, π. ἐπὶ δεινοτέρῳ, Th.1.35, Pl.R. 589e;πολὺ ἔτι ἐκ λαμπροτέρων Id.Phd. 110c
;π. σὺν φρονήματι μείζονι X.An.3.1.22
, cf.3.2.30, Smp.1.4 (but the Prep. freq. comes first,ἐκ π. ἐλάττονος And.1.109
, etc.); so πολλῷ is freq. used with the [comp] Comp., by far, A.Pr. 337, Hdt. 1.134, etc.;π. μᾶλλον S.OT 1159
, Pl.Phd. 80e; οὐ πολλῷ τεῳ ἀσθενέστερον not a great deal weaker, Hdt.1.181, cf. 2.48,67, etc.: πολύ with all words implying comparison, πολὺ πρίν much sooner, Il.9.250;π. πρό 4.373
: with the comp. Verbφθάνω, ἦ κε πολὺ φθαίη 13.815
; so πολὺ προβέβηκας ἁπάντων, πολὺ προμάχεσθαι ἁπάντων, 6.125, 11.217;προὔλαβε πολλῷ Th.7.80
: with βούλομαι, = prefer,ἡμῖν πολὺ βούλεται ἢ Δαναοῖσι νίκην Il.17.331
, cf. Od.17.404; πολύ γε in answers, after a [comp] Comp. or [comp] Sup., ἀργὸς.. γενήσεται μᾶλλον; Answ. , cf. 387e, etc.b with a [comp] Sup., πολὺ πρώτιστος, πολλὸν ἄριστος, far the first, etc., Il.2.702, 1.91, etc.;προθυμία π. τολμηροτάτη Th.1.74
, etc.;πολλόν τι μάλιστα Hdt.1.56
;π. δή, π. δὴ γυναῖκ' ἀρίσταν E.Alc. 442
(lyr.), cf. Ar.Av. 539, Archestr.Fr.34.9; alsoπολλῷ πλεῖστοι Hdt.5.92
.έ, 8.42;π. μεγίστους Id.4.82
.c with a Positive, to add force to the Adj.,ὦ πολλὰ μὲν τάλαινα, πολλὰ δ' αὖ σοφή A.Ag. 1295
; alsoἐς πόλλ' ἀθλία πέφυκ' ἐγώ E.Ph. 619
(troch.);πολὺ ἀφόρητος Luc.DMeretr. 9.3
; cf. πλεῖστος.IV with Preps.,1 διὰ πολλοῦ at a great interval of Space or Time, v. διά A.1.5, 11.2.4 ἐπὶ πολύ,a over a great space, far,οὐκ ἐπὶ πολλόν Hdt.2.32
; ἐπὶ π. τῆς θαλάσσης, τῆς χώρας, Th.1.50,4.3, etc.; to a great extent, Id.1.6,18,3.83; cf.ποιέω B.11.2
.b for a long time, long, Id.5.16;τῆς ἡμέρας ἐπὶ π. Id.7.38
, cf. 39.cὡς ἐπὶ π.
very generally,Id.
1.12 (v.l.), Archyt. ap. Stob.3.1.195;ὡς ἐπὶ τὸ π.
for the most part,Th.
2.13, Pl.Plt. 294e, etc.;μὴ καθ' ἓν ἕκαστον, ἀλλ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Isoc.4.154
;τό γ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Id.8.35
.6 περὶ πολλοῦ, v. supr. 1.3.7 πρὸ πολλοῦ far before,τῆς πόλεως D.H.9.35
; also of Time, οὐ πρὸ π. not long before, Id.5.62.8 σὺν πολλῷ in no small degree, only too much or too well, Hld.2.8,9.20, 10.9 (cf. CR41.53).
См. также в других словарях:
πολύς — πολλή, πολύ, ΝΜΑ, και επικ. τ. πουλύς, πουλύ και ιων. τ. πολλός, ή, όν, Α 1. (για αριθμό και συχνά με ονόματα τα οποία δηλώνουν την έννοια τού πλήθους) αυτός που υπάρχει ή γίνεται σε μεγάλη ποσότητα (α. «συγκεντρώθηκε πολύς λαός για να τόν… … Dictionary of Greek
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… … Dictionary of Greek
Μαρόκο — Κράτος της βορείου Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με την Αλγερία και στα Ν με τη Δυτική Σαχάρα. Βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Μ. έχει χερσαία σύνορα μήκους 2.017 χλμ. που τη χωρίζουν από την Αλγερία (1.559 … Dictionary of Greek
Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek
καλός — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 410 μ., 101 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τεμένους του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 27 χλμ. ΝΔ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τεμένους. 2.… … Dictionary of Greek